Δύσκολο να υποψιαστείς ότι η χαμηλότονη κομψή κυρία που περιμένει στο μπιστρό του κέντρου της Θεσσαλονίκης είναι μια από τις σπουδαίες σοπράνο της εποχής μας. Η Μιμί της «Λα Μποέμ», η Φιορντιλίτζι του «Έτσι κάνουν όλες», η Ελβίρα του «Ντον Τζιοβάννι», η Παμίνα του «Μαγικού Αυλού», η Βιολέττα της «Λα Τραβιάτα», η Κλεοπάτρα του «Ιουλίου Καίσαρα», η γυναίκα που έχει μαγέψει στα μεγαλύτερα θέατρα, εμφανιζόμενη με τις πιο σπουδαίες ορχήστρες. Η Σόνια Θεοδωρίδου, με καταγωγή από τη Βέροια, ζει στο...
Βερολίνο και προσπαθεί με όλες τις δυνάμεις να αλλάξει την εικόνα της Ελλάδας στον κόσμο, αλλά και να βοηθήσει την Ελλάδα να αλλάξει. Και ζητεί τη βοήθειά μας.
Το πρώτο πράγμα για το οποίο θέλει να μιλήσει είναι η δημιουργία μουσικών βιβλιοθηκών σε πολλές επαρχιακές πόλεις. «Ήμασταν στο Κιλκίς, από εκεί κατάγεται ο άντρας μου. Κάναμε δωρεά για τη δημιουργία της μουσικής βιβλιοθήκης και αναζητούμε τη συνεισφορά όποιου μπορεί να βοηθήσει. Θέλουμε παρτιτούρες, cd, μουσικά όργανα. Ήδη, εκτός από το Κιλκίς, εργαζόμαστε ώστε να δημιουργηθούν μουσικές βιβλιοθήκες σε Διδυμότειχο, Αλεξανδρούπολη, Κομοτηνή, Ξάνθη στο σπίτι του Χατζιδάκη, Βόλο, Λευκάδα, Ρέθυμνο. Ήδη λειτουργούν σε Βέροια και Γιάννενα.»
Μιλά με πάθος για το φιλόδοξο αυτό project καθώς και για τη διοργάνωση Φεστιβάλ όπου θα αξιοποιείται το ντόπιο στοιχείο, έτσι ώστε να υπάρχει εκπαιδευτικός χαρακτήρας. «Κι εγώ από επαρχία είμαι, αλλά είχα μια μάνα που ήθελε να μας σπουδάσει ώστε να γίνουμε κάτι στη ζωή μας. Η κρίση, για μένα, είναι βαθιά πολιτιστική. Οι γιαγιάδες και οι παππούδες μου ήταν πρόσφυγες, αλλά επέμεναν να μορφωθούμε. Μπορείς και με τα λίγα να περάσεις, και με τα λίγα να δημιουργήσεις!»
Αναφέρεται με ενθουσιασμό για την ανταπόκριση του κόσμου στην έκκληση για τις μουσικές βιβλιοθήκες. «Ένας ταξιτζής από την Αλεξανδρούπολη μας δώρισε ένα πιάνο! Ένας πιτσαδόρος ομογενής από τη Βοστώνη ήθελε να δώσει χρήματα. Επειδή, όμως, δεν δεχόμαστε χρήματα, έστειλε την αδερφή του στη Θεσσαλονίκη να ψωνίσει υλικά. Μουσικοί από το Βερολίνο δώρισαν 250 παρτιτούρες. Σε κάθε πόλη υπάρχουν διαφορετικές ανάγκες. Για παράδειγμα, στο Διδυμότειχο φτιάχνουν Φιλαρμονική Ορχήστρα και χρειαζόμαστε πνευστά και κρουστά. Ξέρετε, διαπιστώνουμε ότι υπάρχει στροφή του κόσμου στην προσφορά.
Αυτό είναι το θετικό της κρίσης, η απελπισία μάς οδηγεί να ανοιγόμαστε, να γινόμαστε πιο αλληλέγγυοι, να είμαστε όχι πια του «έχειν» αλλά του «είμαστε». Ελπίζω να μας δοθεί η ευκαιρία να κάνουμε την αυτοκριτική μας μέσα απ’ όλο αυτό. Η δική μου γενιά δεν έδωσε στα παιδιά αυτά που πήραμε εμείς από τους γονείς μας. Τα γεμίσαμε υλικά κι έτσι δημιουργήθηκε το κενό. Ήταν μια φούσκα που εκδηλώθηκε μέσα από τους πολιτικούς μας οι οποίοι είναι, κατά κάποιον τρόπο, η συνείδησή μας.»
Με τον σύζυγό της, μαέστρο Θεόδωρο Ορφανίδη, ίδρυσαν την Orchestra Mobil, «με σκοπό να αναδείξουμε την ελληνική μουσική στο εξωτερικό. Συμμετέχουν μουσικοί από Ισραήλ, Τουρκία, Γερμανία και άλλες χώρες. Είμαστε περήφανοι που παίζουν την ελληνική λόγια μουσική. Το μεγάλο μας καμάρι είναι το project με ποιήματα του Καβάφη που μελοποίησε ο Αθανάσιος Σίμογλου. Ήδη ηχογραφήσαμε τα δυο cd και το τρίτο τον Ιούνιο. Είναι έτος Καβάφη και θα πάμε όπου μπορούμε με αυτό το project, να παρουσιάσουμε την οικουμενικότητα του σπουδαίου αυτού ποιητή.» Και τι ξέρουν από «ελληνική λόγια μουσική» στην Ευρώπη; «Να σας πω ότι όταν πήγα για πρώτη φορά το cd στο Radio Classic του Βερολίνου, με ρώτησε κάποιος: “Τι θα φέρετε ως λόγια μουσική, σουβλάκι και τζατζίκι;” Βέβαια, όταν το άκουσε, αναθεώρησε... Δεν ξέρουν τίποτε άλλο από τον Μίκη Θεοδωράκη. Ούτε καν τον Χατζιδάκι...»
Τονίζει ότι η καθημερινότητά μας στην Ελλάδα δεν εμπεριέχει ίχνος κλασικής μουσικής. «Στο σπίτι μου μεγάλωσα με καντάδες, Μίκη -ήταν αριστερός ο πατέρας μου- και Μάνο. Καθόλου κλασική. Η μητέρα μου μας έστειλε στο Ωδείο, ευτυχώς, κι όταν άκουσα την Κάλας είπα: “Έτσι θα γίνω!” Το ήξερα ότι γεννήθηκα τραγουδίστρια. Έλεγα ότι θα γίνω ηθοποιός και τραγουδίστρια και μάλιστα θα παίξω στην ταινία του Γιάννη Οικονομίδη. Λέγεται “Γκρίζο φως” κι έχω τον ρόλο της γυναίκας ενός μαφιόζου.»
Επέλεξε το Βερολίνο για να ζήσει γιατί «αν η χώρα μας είχε χώρο για μας, θα ζούσαμε εδώ. Η Μονσερά Καμπαγιέ για παράδειγμα, ζει στην πατρίδα της. Αν έμενα στην Ελλάδα, το πολύ που θα ήμουν είναι καθηγήτρια σε ωδείο. Δεν το υποτιμώ, αλλά δεν θα ήθελα να είμαι. Το εξωτερικό είναι μονόδρομος για όλους τους λυρικούς που θέλουν να κάνουν καριέρα, για όλους τους μουσικούς, γενικά. Είχα να τραγουδήσω 10 χρόνια στο Μέγαρο της Θεσσαλονίκης. Δεν με κάλεσε κανείς και προέκυψε μια ακύρωση πρόσφατα και κάποιος σκέφτηκε εμένα και με κάλεσαν. Έστελνα προτάσεις για χρόνια και δεν μου απαντούσε κανείς! Ούτε καν αρνητικά. Ποτέ δεν απαντούσαν!»
Για τον λυρικό χώρο, δεν μασάει τα λόγια της. «Είναι ελεεινός ο λυρικός χώρος στην Ελλάδα. Ελεεινός. Και στη Λυρική και στο Φεστιβάλ Αθηνών, παντού. Αλλά άμα τα λέω, ακούγεται σαν προσωπική πικρία, και δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο.» Και στο εξωτερικό, όμως, τα μεγάλα πρακτορεία τα οποία δεν μπορούν τα μεγάλα θέατρα ή τα μεγάλα φεστιβάλ να τα αγνοήσουν, "διακινούν" τους καλλιτέχνες που εκπροσωπούν. «Κι εκεί υπάρχουν ίντριγκες, σίγουρα. Αλλά όχι όπως εδώ... Εκεί, εάν αξίζεις, θα πετύχεις.»
Η καρδιά της, όμως, είναι στην Ελλάδα. Κι όταν βρίσκεται στο εξωτερικό, την υπερασπίζεται όσο μπορεί. «Έχω ζήσει πρόσφατα έντονα ρατσιστικές εκδηλώσεις εναντίον της Ελλάδας. Στο αεροδρόμιο των Αθηνών, περιμένοντας το αεροπλάνο για Κολωνία άκουσα μια παρέα Γερμανών να βρίζει τους Έλληνες. Αντέδρασα και με είπαν σκατοελληνίδα. “Και πριν από λίγο λέγατε για σκατοεβραίους!” τους είπα. Έγινε μεγάλο επεισόδιο. Είχαν ειδοποιήσει στην Κολωνία να με συλλάβουν, έλεγαν ότι τους είπα σκατογερμανούς. Τους εξήγησα ότι ζω στη Γερμανία, ο γιος μου γεννήθηκε εδώ από Γερμανό πατέρα, ότι όπως λένε οι Άγγλοι “don’t shit where you eat”. Με κυνηγούσαν να με λιντσάρουν, έτρεμα στο τρένο...»
Πήρε την απόφαση, μαζί με τον σύζυγό της, να κάνουν ένα καλλιτεχνικό κίνημα για να αλλάξουν την απαίσια αυτή εικόνα. «Κάναμε το “Beautiful Greece” και με αυτό το μότο οργανώσαμε διάφορες συναυλίες και συνεχίζουμε όπου μπορούμε. Ζητήσαμε τη βοήθεια του κράτους, αλλά δεν μας απάντησε κανείς.»
Για τον γιο της, «θα του έλεγα να έρθει στην Ελλάδα. Αυτή είναι η πατρίδα του. Αυτή είναι και η δικιά μας πατρίδα!»
Για επικοινωνία με την Σόνια Θεοδωρίδου και τον Θεόδωρο Ορφανίδη, πληροφορίες και δωρεές για τις μουσικές βιβλιοθήκες: τηλ +306984 55 7070 facebook.com/soniatheodoridou.theodorosorfanidiswww.soniatheodoridou.com
protagon.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου